δισυπάτων

δισυπάτων
δισύπατος
twice consul
masc gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Δισύπατος, Δαβίδ — (14ος αι.).Συγγραφέας, ησυχαστής μοναχός και αντιρρητικός θεολόγος. Ήταν γόνος της γνωστής οικογένειας των Δισυπάτων της Θεσσαλονίκης. Δεν υπάρχουν στοιχεία για τη ζωή και το έργο του. Διασώθηκαν μία πραγματεία, ένας λόγος του σχετικός με την… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”